Η ψηφιακή μετάβαση δεν είναι μόδα, είναι συνθήκη επιβίωσης

Η εξορυκτική βιομηχανία βρίσκεται και αυτή στη θέση τού να πρέπει να πάρει εκείνες τις απαιτούμενες -γενναίες- αποφάσεις για να αντιμετωπίσει τις ταχύτατα διαμορφούμενες αλλαγές, ώστε να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις νέες προκλήσεις.

Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της βιομηχανίας παγκοσμίως είναι να κατορθώσει να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και δεν είναι άλλη από τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή. Η ψηφιακή μετάβαση δεν είναι τάση, δεν είναι μόδα, δεν είναι καν επιλογή: αποτελεί μια αναγκαία και ικανή συνθήκη επιβίωσης της βιομηχανίας.

Η εξορυκτική βιομηχανία λοιπόν πρέπει να αντιμετωπίσει τις ταχύτατα διαμορφούμενες αλλαγές, ώστε να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις νέες προκλήσεις. Οι εταιρείες του κλάδου θα πρέπει να προσαρμοστούν στις ευκαιρίες – αλλά και τις προκλήσεις – της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης μέσω έργων αναβάθμισης των εξορυκτικών μονάδων τους. Θα χρειαστεί αυτοματοποίηση διαδικασιών, εφαρμογές ρομποτικής, λειτουργία μηχανημάτων με δυνατότητες μηχανικής εκμάθησης καθώς και τις αναγκαίες αλλαγές εξοπλισμού.

Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον κυριότερο παράγοντα που ουσιαστικά θα κληθεί να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και από αυτόν τελικά θα κριθεί και η επιτυχία (ή η αποτυχία) της προσαρμογής: το ανθρώπινο δυναμικό. To reskilling και upskilling των δεξιοτήτων των εργαζομένων του κλάδου είναι μέγιστης σημασίας και ουσίας και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υιοθέτηση του μοντέλου της διά βίου μάθησης για ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων και εξέλιξη των υπαρχόντων.

Ποια είναι όμως η κατάσταση των ελληνικών εξορυκτικών εταιρειών σε σχέση με την εφαρμογή της ψηφιακής τεχνολογίας, έχει ενσωματωθεί σε αυτές ή όχι ακόμα; Ο ψηφιακός μετασχηματισμός των ελληνικών εξορυκτικών επιχειρήσεων κινείται ταχύτερα σε σχέση με το παρελθόν, αλλά όχι ακόμα αρκετά ώστε να κλείσει η ψαλίδα με την ΕΕ. Παρότι οι μεγάλοι βιομηχανικοί μας όμιλοι ομολογουμένως επιταχύνουν τις τεχνολογικές επενδύσεις, δεν έχει βρεθεί ο συνολικός βηματισμός του χώρου.

Όλες οι επιχειρήσεις οφείλουν να εστιάσουν στην εισαγωγή τεχνολογιών αιχμής. Η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων του κλάδου, και κυρίως οι μικρομεσαίες οι οποίες δεν διαθέτουν τους απαιτούμενους πόρους, εξακολουθεί να μην επενδύει σε σύγχρονες τεχνολογίες και συνεχίζει – πολλές φορές εξ ανάγκης – να χρησιμοποιεί συστήματα ξεπερασμένων δυνατοτήτων. Επίσης, η πλειονότητα των επιχειρήσεων μετασχηματίζει τη λειτουργία της με αργούς ρυθμούς, με συνέπεια τις ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις στον δείκτη πραγματικής διείσδυσης των τεχνολογιών αιχμής. Αδιαμφισβήτητα, για να επιλυθούν αυτά τα θέματα, απαιτείται ταχύτερη διάθεση πόρων της ΕΕ σε έργα για τη Βιομηχανία 4.0. Φυσικά, πρέπει και η ίδια η χώρα μας να στηρίξει τις απαιτούμενες αλλαγές, π.χ. με την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής συστημάτων αιχμής.

Συμπερασματικά, μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι πως η νέα ψηφιακή εποχή της εξορυκτικής βιομηχανίας είναι εδώ, έχει ήδη ξεκινήσει και ως χώρα ήδη μένουμε πίσω. Και όπως σε όλες τις – ιστορικά – μεγάλες αλλαγές, κανείς μας δεν πρόκειται να κληθεί να απαντήσει σε ερωτήματα για το εάν αυτές οι αλλαγές είναι αναγκαίες, εάν είναι επιθυμητές και πού οδηγούν αυτές τελικά. Το μόνο ερώτημα που έχουμε να απαντήσουμε ως εξορυκτικός κλάδος, ο καθένας ξεχωριστά, αλλά και όλοι μαζί, είναι εάν θα προσαρμοστούμε σε αυτές. Δηλαδή εάν θέλουμε να επιβιώσουμε.

*Ο Βαγγέλης Τζάμου είναι Raw Materials Specialist, Managing Director GRawMat Innovation Cluster

[ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ, του Βαγγέλη Τζάμου, 6/7/2022]