Πολύτιμες ορυκτές πρώτες ύλες και οι νέες αναπτυξιακές προκλήσεις για την Ελλάδα

Πολύτιμες και κρίσιμες ΟΠΥ διευρύνουν την μεταλλευτική αξία των ελληνικών κοιτασμάτων

Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι η ζήτηση για ορυκτές πρώτες ύλες (ΟΠΥ) τείνει διαρκώς αυξανόμενη πολλαπλασιαζόμενη (Παγκόσμια Τράπεζα) κατά μέσο όρο 4 φορές περίπου τον χρόνο.Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη ο πληθυσμός της γης το 2100 θα ανέλθει στο 11 δισ. κάτι που παίζει κεντρικό ρόλο στην σταθερά αυξανόμενη κατανάλωση και ζήτηση ΟΠΥ. Για παράδειγμα κάθε άνθρωπος καταναλώνει 8 φορές περισσότερο χαλκό από ότι πριν 100 χρόνια, ενώ την ίδια περίοδο η παραγωγή χαλκού αυξήθηκε 34 φορές.

Από την άλλη πλευρά οι τρέχουσες ευρωπαϊκές στρατηγικές και πολιτικές (όπως είναι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η Νέα Στρατηγική για την Βιομηχανία της Ευρώπης, οι στόχοι των Ηνωμένων Εθνών για την Βιώσιμη Ανάπτυξη) γύρω κυρίως από προκλήσεις, εφαρμογές και χρονοδιαγράμματα που αφορούν σε έξυπνες πόλεις, βιώσιμες κοινωνίες, στις κλιματικές δεσμεύσεις, στην πράσινη ενέργεια αλλά και την με ραγδαίους ρυθμούς διευρυνόμενη ηλεκτροκίνηση. Για την υλοποίηση όλων αυτών των στόχων και προθέσεων χρειάζονται τεχνολογίες που απαιτούν και εξαρτώνται απόλυτα από την χρήση ΟΠΥ.

Η ζήτηση και οι ανάγκες για νέες, κρίσιμες για την Ευρώπη ΟΠΥ, όπως είναι τα πλατινοειδή μέταλλα, οισπάνιες γαιές, το γκάλιο, το γερμάνιο, το ίνδιο, το αντιμόνιο, το βισμούθιο, έρχονται στο παραγωγικό προσκήνιο, ενώ ακόμη και άλλες παραδοσιακότερες ΟΠΥ επανέρχονται πιο δυναμικά από πλευράς αυξανόμενου βιομηχανικού ενδιαφέροντος με χαρακτηριστικά παραδείγματα τον χαλκό (να αναφέρω εδώ ότι κάθε ηλεκτρικό αυτοκίνητο χρησιμοποιεί 25 κιλά χαλκού λαμβάνοντας την ίδια στιγμή υπόψη τις προβλέψεις ότι το 2020 θα φθάσουν να πωλούνται 10 εκ ηλεκτρικών οχημάτων και το 2030 100 εκ), το νικέλιο, ο λευκόλιθος, που προέρχονται από τύπους κοιτασμάτων που διαθέτει και η χώρα μας.

Για την κατασκευή για παράδειγμα μπαταριών λιθίου που είναι απαραίτητες για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα, χρειάζονται ΟΠΥ λιθίου, κοβαλτίου, γραφίτη, μαγγανίου, βαναδίου, κασσιτέρου, καθώς και των προαναφερόμενων χαλκού και νικελίου, που εξελίσσονται σε στρατηγικά ορυκτά και μέταλλα. Και βέβαια χωρίς την άμεση κοιτασματολογική τους εξόρυξη και μεταλλευτική τους παραγωγή, κυρίως από το ευρωπαϊκό έδαφος και υπέδαφος, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να υλοποιήσουμε ή ακόμη να πλησιάσουμε τους κοινωνικούς στόχους που έχουν τεθεί για νέες μορφές ενέργειας και βιομηχανίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Σε κάθε περίπτωση η εντατικοποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας για νέα αποθέματα ΟΠΥ, η έναρξη εξόρυξης βεβαιωμένων κοιτασμάτων, αλλά και η βιωσιμότητα παραγωγικής λειτουργίας ενεργών μεταλλείων, αποτελούν σήμερα αναπτυξιακό μονόδρομο. 

Κοιτασματολογικός προορισμός η Ελλάδα 

Η Ελλάδα είναι διαχρονικά μεταλλευτική χώρα στη βάση ενός δυναμικού παραγωγικού κεφαλαίου μεταλλικών ορυκτών (θυμίζω το αλουμίνιο, το νικέκιο, τα βασικά μέταλλα), βιομηχανικών ορυκτών (όπως ο λευκόλιθος, περλίτης, μπεντονίτης, ζεόλιθος και άλλα) και διακοσμητικών και δομικών λίθων όπως είναι τα μάρμαρα. Στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται σε παγκόσμια και ευρωπαϊκή κλίμακα, η χώρα πρέπει να είναι παρούσα, δεδομένου του ευνοϊκού γεωλογικού και μεταλλογενετικού περιβάλλοντος που την χαρακτηρίζει, αφού το λεγόμενο μεταλλογενετικό τόξο της Τηθύος (ονομάζεται και Καρπαθο-Βαλκανικό) στο οποίο ανήκει και εντάσσεται, συνιστά μαζί με τα αντίστοιχα στη Σκανδιναβία και την Ιβηρική χερσόνησο την τρίτη σε αριθμό σημαντικότερη κοιτασματολογική περιφέρεια της Ευρώπης. Συγκεκριμένα,

  • Το μεταλλογενετικό περιβάλλον των ορογενετικών μαγματικών τόξων, όπως για παράδειγμα είναι το ελληνικό, και ο συνδυασμός πολυμεταλλικών / πορφυρικών / επιθερμικών τύπων που παράγει, διαμορφώνουν ευνοϊκές συνθήκες για τον εντοπισμό πλούσιων και δυναμικών κοιτασμάτων χρυσού και κρίσιμων μετάλλων όπως το ίνδιο, το βισμούθιο, το γερμάνιο, το αντιμόνιο, τα πλατινοειδή.
  • Η γεωτεκτονική χώρο-χρονική εξέλιξη της Μακεδονίας και Θράκης αλλά και της ευρύτερης Βαλκανικής, συνιστά ένα ιδιαίτερα δυναμικό μεταλλογενετικό σύστημα ικανό να αποθέσει χρυσοφόρα πολυμεταλλικά (Pb-Zn-Au-Ag, Cu-Au, Au) κοιτάσματα παγκόσμιας κλάσης.
  • Η αξιοποίηση της μεταλλογενετικής ερμηνείας στον καθορισμό χωροχρονικά και γεωδυναμικά ελεγχόμενων τύπων αποτελεί βασικό δείκτη και παράμετρο για την βιώσιμη εκμετάλλευσή τους.

 Η συνολική μεταλλευτική αξία στα γνωστά ελληνικά κοιτάσματα Ni, Cr, Pb, Zn, Au, Ag, Cu, Mo, W, Mn, Sb υπολογίζεται σε 80 δις ευρώ. Η συνολική μικτή αξία του μεταλλικού περιεχομένου στις Σκουριές, Ολυμπιάδα, Στρατώνι, Σάπες, Πέραμα και Καστοριά προσεγγίζει τα 28 δις (Αρβανιτίδης και Παπαβασιλείου, 2011).

Συνολικά βέβαια και δυναμικά αποθέματα χρυσού ανέρχονται σε περίπου 420 τόνους. Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούνται στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος, συχνά με την παρουσία αυξημένων συγκεντρώσεων κρίσιμων ΟΠΥ, είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν τα προαναφερόμενα οικονομικά μεγέθη. Με βάση τα αποθέματα και το μεταλλικό περιεχόμενο σε χρυσό, άργυρο, χαλκό, μόλυβδο και ψευδάργυρο η Β. Ελλάδα είναι από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης και αποτελεί σταθερή μεταλλευτική πηγή για την βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας. Είναι φανερό ότι ο ελληνικός ορυκτός πλούτος είναι σε θέση να συμβάλλει καθοριστικά στην κατεύθυνση εντατικότερης και αποτελεσματικότερης εκμετάλλευσης ενδοευρωπαϊκών πηγών μη/ενεργιεακών ορυκτών πρώτων υλών. 

Η γεωλογική όμως αυτή κληρονομιά και η «εν δυνάμει» αναπτυξιακή παρακαταθήκη που προκύπτει, παραμένουν και θα συνεχίσουν να είναι αναξιοποίητες αν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες στρατηγικές επιλογές και σταθερή, αλλά και συνάμα προοδευτική προγραμματική πορεία, στη βάση συστηματικής κοιτασματολογικής έρευνας και αυξανόμενα διευρυμένης μεταλλευτικής παραγωγής. Σε μια γρήγορη αρχική προσέγγιση θα έβλεπα από την πλευρά μου 4 βασικές ενέργειες, πρακτικές και δράσεις.

  1. Έρευνα για την αύξηση των αποθεμάτων ενεργών μεταλλείων ώστε να υπάρξει μεταλλευτική ή κοιτασματολογική επέκταση της παραγωγικής τους ζωής.
  2. Έρευνα στο περιβάλλον ενεργών μεταλλείων για περαιτέρω διεύρυνση του αποθεματικού δυναμικού σε μια προοπτική συνέχισης της παραγωγικής δραστηριότητας, καθώς και κοιτασματολογική διερεύνηση παρουσίας αξιοποιήσιμων κρίσιμων (ΟΠΥ).
  3. Έρευνα ιστορικών ή γνωστών από το νεώτερο παρελθόν μεταλλευτικών περιοχών (αποκαλούνται ευρύτερα Brownfields σε διαφοροποίηση από τα Greenfields) π.χ. οι ΔΜΧ της χώρας στη βάση της επαναξιολόγησης τους που πραγματοποιήθηκε πριν ορισμένα χρόνια από αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου, λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις και δεδομένα που καταγράφονται και ισχύουν σήμερα.
  4. Έρευνα σε περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος όπως έχουν προσδιοριστεί από τις μελέτες και τα έργα που κυρίως πραγματοποίησε το ΙΓΜΕ. 

Το παράδειγμα της Σουηδίας 

Στη Σουηδία σήμερα για να δώσω ένα παράδειγμα μιας χώρας που γνωρίζω, μέσα από την μεταλλευτική πολιτική (που προσαρμόζεται και επικαιροποιείται κάθε φορά ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον), τον στρατηγικό σχεδιασμό και την αδειοδοτική διαδικασία που ισχύουν, λειτουργούν σήμερα 14 ενεργά μεταλλεία που παράγουν περίπου 70 εκ τόνους μεταλλεύματων σιδήρου, βασικών και πολύτιμων μετάλλων (απο τα οποία παράγονται ετήσια 7 τόνοι περίπου χρυσός/24% της Ε.Ε.), 40 λατομεία βιομηχανικών ορυκτών και 50 λατομεία δομικών λίθων, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη 608 εγκεκριμένες άδειες έργων (55% για χαλκό και χρυσό) μεταλλευτικών ερευνών και 227 αιτήσεις για άδειες μεταλλευτικών ερευνών (έχουν ήδη εγκριθεί οι 178 που αφορούν κύρια σε ΟΠΥ μπαταριών, το λίθιο, το βανάδιο και το κοβάλτιο). Αντιστοιχούν σε μια επιφάνεια 10.500 κμ2 (0,02% της συνολοκής επιφάνειας της χώρας) ενώ δραστηριοποιούνται περίπου 90 μεταλλευτικές εταιρείες συμπεριλαμβανομένων και αυτών της κοιτασματολογικής έρευνας. Απασχολούνται 9.000 εργαζόμενοι, ενώ το 2016 η παραγωγή μη ενεργειακών ΟΠΥ ανήλθε σε 120 εκ τόνους και ο τζίρος σε 4 δις ευρώ. Παρόμοια είναι και τα φινλανδικά δεδομένα, με την χώρα εκεί να εμφανίζεται, παρά το αυστηρό νομικό πλαίσο που σχετικά διαθέτει, σαν η πιο ευνοϊκή στο κόσμο από πλευράς μεταλλευτικών επενδύσεων. 

Θεωρώ ότι αυτές οι δύο χώρες, με αρκετές κοιτασματολογικές ομοιότητες με μας, μπορούν κατά κάποιο τρόπο να αποτελέσουν αναπτυξιακό πρότυπο σε θέματα αξιοποίησης ΟΠΥ. Είναι χώρες όπου ο μεταλλευτικός κλάδος είναι καλά «πακεταρισμένος», με την παρουσία ενός βιομηχανικού πλουραρισμού που δεν περιλαμβάνει μόνο την εξόρυξη, αλλά και την ανάπτυξη και εφαρμογή νέων τεχνολογιών μεταλλευτικής παραγωγής (π.χ. ολοένα και μεγαλύτερη χρήση λειτουργικών μηχανισμών στη βάση της τεχνητής νοημοσύνης), αλλά και μηχανικού εξοπλισμού για τα μεταλλεία και συναφείς δραστηριότητες και εργασίες. Συμβαίνει λοιπόν ότι πέρα από τις εξαγωγές ΟΠΥ, το διαθέσιμο τεχνογνωσιακό κεφάλαιο γύρω από τις πρακτικές εφαρμογές μεταλλευτικής λειτουργίας και παραγωγής, να παρουσιάζει το ίδιο και ίσως μεγαλύτερο ενδιαφέρον ως προς τη διεθνή του ζήτηση προς εξαγωγή. 

[Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ]

[ΠΗΓΗ: https://www.huffingtonpost.gr/, του Δρα Νίκου Αρβανιτίδη, 19/8/2020]