Αφιέρωμα: Βέλτιστες πρακτικές για βιώσιμες εφαρμογές κοιτασματολογικής έρευνας

Ο Δρ. Νικόλαος Αρβανιτίδης, Οικονομικός Γεωλόγος, Πρόεδρος της Επιτροπής Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΣΕΓ, εξηγεί αναλυτικά την αναγκαιότητα μιας σειράς από επιμέρους παρεμβάσεις σε θέματα κοιτασματολογικής έρευνας ώστε να αποφευχθούν τυχόν εμβόλιμοι κίνδυνοι και παραλείψεις και για να υπάρξουν αξιόπιστα και υλοποιήσιμα αποτελέσματα.

Η κοιτασματολογική έρευνα συνδέεται με μια σειρά από τεχνολογικές και μεθοδολογικές προκλήσεις που αναφέρονται κυρίως στα πρόσθετα πεδία εφαρμογής που προκύπτουν από την οικονομική γεωλογία νέων δυναμικών στόχων, όπως είναι τα συστήματα των στρατηγικών και κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών (ΣΚΟΠΥ), αλλά και τις κοινωνικές απαιτήσεις για βιώσιμες προσεγγίσεις.

Καλή γνώση της γεωλογίας

Το πρώτο βήμα σε κάθε έργο κοιτασματολογικής έρευνας είναι η κατά το δυνατόν καλύτερη γεωλογική γνώση της περιοχής ενδιαφέροντος. Αυτό σημαίνει συλλογή, ανάλυση και αξιολόγηση σχετικών δεδομένων, όπως γεωλογικοί χάρτες, γεωφυσικές έρευνες, γεωχημικά στοιχεία, τυχόν πυρήνες γεωτρήσεων κα «εν γένει» ιστορικές πληροφορίες, ώστε να προσδιοριστεί ο περαιτέρω ερευνητικός σχεδιασμός.

Οι καλές γνωστικά γεωλογικές προσεγγίσεις θα λειτουργήσουν αναγνωριστικά στην ανάδειξη συστημάτων ορυκτών πρώτων υλών κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος. Οι καλές γεωλογικές γνώσεις και οι βελτιωμένες βάσεις κοιτασματολογικών δεδομένων είναι αποφασιστικής σημασίας, ιδιαίτερα τώρα που αντιμετωπίζονται προκλήσεις εντοπισμού εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων ΣΚΟΠΥ. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι κάθε είδους ενδιαφερόμενοι μπορούν να αντλήσουν επικαιροποιημένες πληροφορίες για τις ορυκτές πρώτες ύλες που παρέχουν οι Αρχές/Υπηρεσίες Γεωλογικής Έρευνας των κρατών μελών (Σχήμα 1). Οι ίδιες πραγματοποιούν επίσης συστηματική γεωλογική χαρτογράφηση καθολικής κλίμακας, καθώς και γεωφυσικές και γεωχημικές έρευνες ίδιας κλίμακας.

Ορισμένες εφαρμόζουν επίσης πιο στοχευμένες δραστηριότητες κοιτασματολογικής έρευνας, σε μερικές περιπτώσεις διασυνοριακής διάστασης, όπως για παράδειγμα η προγραμματική πρωτοβουλία Σουηδίας, Νορβηγίας και Φινλανδίας που αφορά στην από κοινού αξιολόγηση του δυναμικού ΣΚΟΠΥ.

Καθορισμός του στόχου

Το επόμενο βήμα είναι να καθοριστεί ο δυναμικός στόχος κοιτασματολογικής έρευνας, σε περιοχές και συστήματα όπου μπορεί να εντοπισθούν αξιοποιήσιμα αποθέματα ορυκτών πρώτων υλών, συγκεκριμένων τύπων και άρα χαρακτηριστικών, όπως είναι η δομή, η γεωμετρία, η ορυκτολογία, και η γεωχημεία. Είναι εδώ που γεωλογική γνώση και δεδομένα είναι κυρίαρχης σημασίας για να καθοριστούν τα κριτήρια επιλογής και συγκεκριμένης ιεράρχησης του στόχου, καθώς και η εκτίμηση του κόστους που η κοιτασματολογική του έρευνα συνεπάγεται σε σχέση με την σημερινή αλλά και την μελλοντική διαφαινόμενη αξία του.

Είναι γνωστό ότι ο βαθμός οικονομοτεχνικής αξιοποίησης ενός κοιτασματολογικού μεγέθους μπορεί να διαφοροποιείται και να αλλάζει με το χρόνο. Κάτι που είναι περιορισμένης εκμεταλλευσιμότητας σήμερα μπορεί να έχει μεγάλη κοιτασματολογική αξία αύριο. Οι ερευνητικές παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται αφορούν στον πλήρη προσδιορισμό των χαρακτηριστικών του κοιτάσματος.

Το προγραμματικό πλαίσιο και το μεθοδολογικό περιεχόμενο της προσέγγισης εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το αν πρόκειται για κοιτασματολογική έρευνα σε περιβάλλον εγκαταλειμμένων μεταλλευτικών περιοχών (Brownfields) ή σε περιβάλλον προηγούμενα ανεξερεύνητων περιοχών (Greenfields). Στην περίπτωση των brownflelds, οι έρευνες γίνονται κοντά σε μεταλλεία/ορυχεία ιστορικών περιοχών εξόρυξης, όπου συχνά αναθεωρείται η οικονομική τους γεωλογία και προβάλλεται η προοπτική κοιτασματολογικής επέκτασης των μεταλλοφόρων σωμάτων σε μεγαλύτερα βάθη.

Στην περίπτωση των «πράσινων» περιοχών η καλή γεωλογική γνώση είναι ιδιαίτερα σημαντική, εστιάζοντας στις σχέσεις του στοχευόμενου συστήματος ορυκτών πρώτων υλών με τα περιβάλλοντα πετρώματα και ειδικότερα με τα πετρώματα ξενιστές, καθώς και με τις όποιες επιδράσεις της τεκτονικής.

Σχεδιασμός έργου κοιτασματολογικής έρευνας

Το τρίτο βήμα είναι ο σχεδιασμός του προγράμματος κοιτασματολογικής έρευνας, το οποίο είναι ένα σχέδιο δράσης που περιγράφει τους στόχους, τις μεθόδους, τον προϋπολογισμό και το χρονοδιάγραμμα των επιμέρους δραστηριοτήτων. Επιλέγονται οι πιο κατάλληλες και αποτελεσματικές τεχνικές και εργαλεία, όπως η στοχευμένη χαρτογράφηση, η γεωφυσική, η δειγματοληψία, η ορυκτολογία, η γεωχημεία, η γεώτρηση και η μοντελοποίηση, με σκοπό τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών οικονομικής γεωλογίας.

Πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές και κανονιστικές διαστάσεις, ώστε να υπάρξει αύξηση της προοπτικής αδειοδότησης και κοινωνικής αποδοχής παραγωγικής αξιοποίησης. Γενικά, κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, έχει προστιθέμενη οικονομική αξία η εφαρμογή μιας ολιστικής προσέγγισης όταν πρόκειται για δυνητικά περισσότερες εκμεταλλεύσιμες ορυκτές πρώτες ύλες στο ίδιο κοίτασμα.

Για παράδειγμα, οι περισσότερες από τις ΣΚΟΠΥ συνοδεύουν και αποτελούν συστατικά σημαντικών θειούχων, οξειδίων και άλλων συστημάτων μεταλλευτικών και μη, ορυκτών πρώτων υλών. Έτσι, στην κοιτασματολογική έρευνα νικελίου, το κοβάλτιο θα πρέπει επίσης να είναι συνοδός στόχος. Η σουηδική μεταλλευτική εταιρεία LKAB ανακοίνωσε ότι οι σπάνιες γαίες είναι ο «νέος» ερευνητικός στόχος, μαζί με τον σίδηρο, στο κοίτασμα οξειδίων σιδήρου-απατίτη της περιοχής Kiruna.

Αξιολόγηση των αποτελεσμάτων

Το τέταρτο βήμα είναι η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων κοιτασματολογικής έρευνας που είναι μια διαδικασία ανάλυσης και ερμηνείας των δεδομένων και των πληροφοριών που λαμβάνονται στο πλαίσιο υλοποίησης του έργου. Υπάρχουν διάφορες καινοτόμες μέθοδοι και λογισμικά εργαλεία για την επεξεργασία, την απεικόνιση και τη μοντελοποίηση των δεδομένων και για την εκτίμηση του αποθεματικού δυναμικού των εκάστοτε κοιτασμάτων ορυκτών πρώτων υλών.

Επιβάλλεται επίσης η αξιολόγηση της οικονομοτεχνικής σκοπιμότητας σε σχέση με την προοπτική περαιτέρω ανάπτυξης του έργου, εντοπίζοντας παράλληλα τυχόν κινδύνους και προκλήσεις που μπορεί να το επηρεάσουν. Σε κάθε περίπτωση είναι σκόπιμη και απαραίτητη η εφαρμογή νέων τεχνολογιών κοιτασματολογικής έρευνας και προηγμένων εργαλείων αξιολόγησης και ερμηνείας, προσαρμοσμένα στους εκάστοτε τύπους συστημάτων ορυκτών πρώτων υλών, όπως αυτά των ΣΚΟΠΥ (π.χ. τρισδιάστατα γεωμοντέλα που ενσωματώνουν γεωλογία, γεωφυσική, και γεωχημεία).

Η ταξινόμηση των αποθεμάτων, μαζί με δοκιμές εμπλουτισμού και την αρχική προσέγγιση των πιθανών μεθόδων εξόρυξης, συμβάλλουν σημαντικά στην σύνταξη σχετικής (προ-) μελέτης σκοπιμότητας. Μια προσέγγιση οικονομικής γεωλογίας, με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, απαιτεί ενεργή συνεργασία γεωλόγων, εμπλουτιστών και μηχανικών μεταλλείων.

Κοινοποίηση των αποτελεσμάτων

Το πέμπτο βήμα είναι η κοινοποίηση και παρουσίαση των αποτελεσμάτων και των συμπερασμάτων του ερευνητικού έργου. Αυτό πρέπει να γίνεται με σαφή, διαφανή, τεκμηριωμένο και διαλεκτικό τρόπο, με επικοινωνιακά δηλαδή χαρακτηριστικά που προσεγγίζουν και απευθύνονται σε διαφορετικά είδη κοινού, όπως επενδυτές, ρυθμιστικές αρχές, αρμόδιες υπηρεσίες και διοίκηση, κοινότητες, μέσα ενημέρωσης και άλλους τυχόν εμπλεκόμενους.

Όλες οι απορίες, ερωτήσεις, παρατηρήσεις και σχόλια που προκύπτουν πρέπει να απαντώνται εξουσιοδοτημένα με διαφάνεια και αξιοπιστία. Φυσικά, πρέπει να εφαρμόζονται καινοτόμες και βιώσιμες προσεγγίσεις, χρησιμοποιώντας τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας αιχμής, βελτιώνοντας την ποιότητα των αποτελεσμάτων και λαμβάνοντας πληροφορίες που δεν θα μπορούσαν να ληφθούν με συμβατικές μεθόδους. Αυτό πρέπει να κοινοποιείται με σαφήνεια και διαφάνεια σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων του κοινού και των τοπικών κοινοτήτων, και μάλιστα στο πολύ πρώιμο στάδιο της κοιτασματολογικής έρευνας.

Για παράδειγμα, στην περίπτωση έρευνας σε brownfields θα μπορούσε να αναφερθεί ότι αυτή είναι λιγότερο δαπανηρή και πιο αποδοτική στο χρόνο, παρέχει καλύτερες συνθήκες αδειοδότησης, ωφελεί το περιβάλλον και το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πιο εύκολα αποδεκτό κοινωνικά

Συστηματική τεχνολογική επικαιροποίηση

Το έκτο βήμα είναι η τεχνολογική και μεθοδολογική αναθεώρηση και επικαιροποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας στην βάση προβληματισμού και σχετικής εμπειρίας από τα αποτελέσματα που κατά περίπτωση προκύπτουν. Μέσα από την συνολική αξιολόγηση του έργου, μετά την ολοκλήρωση του, μπορούν να εντοπιστούν τόσο τα θετικά και δυνατά στοιχεία, όσο και οι αδυναμίες και παραλείψεις, αλλά και να προκύψουν νέες προγραμματικές προκλήσεις.

Είναι δεδομένο ότι η κοιτασματολογική έρευνα είναι μια δυναμική παρέμβαση, που αποτελεί το αρχικό ανάντη στάδιο αλυσίδων αξίας των ορυκτών πρώτων υλών. Όταν εφαρμόζεται, πρέπει πάντα να επιλέγει και να χρησιμοποιεί δεδομένα και τεχνολογίες προσαρμοσμένες στο εκάστοτε σύστημα ορυκτών πρώτων υλών στο οποίο στοχεύει. Με τη διαρκώς ανερχόμενη ζήτηση ορυκτών πρώτων υλών απαιτούνται τεράστιες προσπάθειες και αυξημένες επενδύσεις στην κοιτασματολογική έρευνα. Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι όλα ξεκινούν από μια λεπτομερή γεωλογική κατανόηση της περιοχής έρευνας και ότι ένα ισχυρό γεωλογικό υπόβαθρο μπορεί να μειώσει τις όποιες αβεβαιότητες και αμφιβολίες υπάρξουν στις εκάστοτε κοιτασματολογικές εκτιμήσεις.

Σε αυτό έρχεται επίσης να συμβάλλει η εφαρμογή αξιόπιστων προηγμένων τεχνολογιών κοιτασματολογικής έρευνας, όπως τηλεπισκόπηση, γεωφυσικές έρευνες και γεωχημική ανάλυση, καθώς και η βελτίωση της ποιότητας συλλογής και ερμηνείας δεδομένων. Η διασφάλιση της ακρίβειας και της αξιοπιστίας των δεδομένων είναι απαραίτητη για τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων και την παροχή χρηστικών προϊόντων, όπως θεματικοί χάρτες που αναφέρονται στην απεικόνιση του δυναμικού συγκεκριμένων συστημάτων ορυκτών πρώτων υλών μιας περιοχής.

Προκλήσεις κοιτασματολογικής έρευνας στην Ευρώπη και την Ελλάδα

Σε μια προοπτική προσέγγισης της οικονομικής γεωλογίας ΣΚΟΠΥ της Ευρώπης, αλλά και της χώρας μας, προϋποθέσεις αποτελούν τα παρακάτω:

  • Πρόσβαση σε εναρμονισμένα δεδομένα/πληροφορίες ορυκτών πρώτων υλών (πρωτογενείς και δευτερογενείς κοιτασματολογικές πηγές)
  • Καλύτερη και πιο αξιόπιστη γεωλογική γνώση συστημάτων ΣΚΟΠΥ
  • Εφαρμογή τεχνολογιών και μεθόδων κοιτασματολογικής έρευνας προσαρμοσμένων στις ΣΚΟΠΥ (π.χ. τρισδιάστατα μοντέλα που ενσωματώνουν γεωλογία, γεωφυσική, γεωχημεία, κ.α.)
  • Λήψη αποφάσεων υπόψη των προκλήσεων σε σχέση με τους στόχους κοιτασματολογικής έρευνας ιστορικών μεταλλευτικών περιοχών (brownfields) και/ή «πράσινων» πεδίων, για παράδειγμα, εντοπισμός βαθύτερων μεταλλοφόρων σωμάτων, «επανεξόρυξη» ιστορικών μεταλλευτικών αποβλήτων στην περίπτωση κοιτασματολογικής έρευνας εκεί όπου στο παρελθόν προηγήθηκε μεταλλευτική δραστηριότητα
  • Αποθεματική ταξινόμηση των κοιτασμάτων με βάση το τρισδιάστατο σύστημα των Ηνωμένων Εθνών. Ο βαθμός εμπιστοσύνης για τις εκτιμήσεις όγκου και περιεκτικοτήτων εξαρτάται από το επίπεδο γεωλογικής γνώσης, π.χ., διαθέσιμα δεδομένα ερευνητικών γεωτρήσεων
  • Δοκιμές εμπλουτισμού που προτείνουν κατάλληλες σχετικές τεχνολογίες, λαμβάνοντας επίσης υπόψη το στόχο του κανονισμού ότι έως το 2030 το 40% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ σε κάθε ΣΚΟΠΥ θα πρέπει να επεξεργάζεται εντός της Ένωσης.
  • Σχεδιασμός μεθόδου/τρόπου εξόρυξης (επιφανειακή ή/και υπόγεια εξόρυξη)
  • Προμελέτη σκοπιμότητας.

Η δυνατότητα της Ευρώπης να γίνει αυτάρκης, ανθεκτική και βιώσιμη σε ΣΚΟΠΥ από δικά της κοιτάσματα, ευνοείται έντονα από το γεωλογικό της περιβάλλον και τη μεταλλογενετική της εξέλιξη, κυρίως μέσα από τα διαφορετικής ηλικίας συστήματα ορυκτών πρώτων υλών της Σκανδιναβικής, Ιβηρικής και Βαλκανικής χερσονήσου.

Στο πλαίσιο αυτό, η κοιτασματολογική χαρτογράφηση, μαζί με τις νέες γεωλογικές γνώσεις και τις βελτιωμένες βάσεις δεδομένων ΣΚΟΠΥ, οδηγούν σε περιοχές δυναμικού ενδιαφέροντος για εντοπισμό ΟΠΥ λιθίου, κοβαλτίου, γραφίτη και νικελίου. Τα κράτη μέλη προωθούν την εθνική και τη διασυνοριακή κοιτασματολογική έρευνα. Η Σουηδία, η Νορβηγία και η Φινλανδία έχουν αναλάβει προσπάθειες κοινής κοιτασματολογικής έρευνας και αξιολόγησης για την αύξηση του δυναμικού ΣΚΟΠΥ μπαταριών και μαγνητών.

Αντίστοιχα στην χώρα μας, η προοπτική έργων με δυναμικό ενδιαφέρον κοιτασματολογικής έρευνας ΣΚΟΠΥ, συνδέεται κυρίως με τις ενεργές σήμερα περιοχές παραγωγής βασικών μετάλλων στην ΒΑ Χαλκιδική, λατεριτικού νικελίου στην Στερεά Ελλάδα και την Δυτική Μακεδονία, και βωξιτικού αλουμινίου στην Στερεά Ελλάδα.

Για παράδειγμα στην Β. Ελλάδα τεκμηριώνεται δυναμικό ενδιαφέρον κοιτασματολογικής έρευνας ως προς την παρουσία αντιμονίου και μαγγανίου στην Θράκη και την Κεντροανατολική Μακεδονία, όπου επικρατούν αντίστοιχα, επιθερμικά συστήματα χρυσού σε ηφαιστειακά πετρώματα, και πολυμεταλλικά θειούχα που εντοπίζονται κατά κανόνα σε ανθρακικά πετρώματα. Στην Κεντρική Μακεδονία και στην Θράκη εντάσσονται τα χρυσοφόρα κοιτασματολογικά αποθέματα πορφυρικού χαλκού, που όπως είναι γνωστό περιλαμβάνεται στις στρατηγικές ορυκτές πρώτες ύλες για την Ευρώπη. Στην Δυτική κυρίως Μακεδονία, μαζί με το νικέλιο και το χρώμιο, που γενετικά συνδέονται με υπερβασικά πετρώματα των οφιολίθων της περιοχής, το κοβάλτιο και τα πλατινοειδή αποτελούν πρόσθετο δυναμικό στόχο.

«Κρίσιμη» ανάγκη για αυξημένες επενδύσεις στην κοιτασματολογική έρευνα

Η αύξηση του βαθμού αυτάρκειας από 2-3% σε 10% το 2030 σημαίνει αύξηση 300-400% της ενδοευρωπαϊκής παραγωγής σε 7 χρόνια. Αυτός είναι περίπου ο χρόνος που χρειάζεται κατά μέσο όρο για να ληφθεί μία μεταλλευτική άδεια. Απαιτούνται λοιπόν τεράστιες προσπάθειες και αύξηση των επενδύσεων στην κοιτασματολογική έρευνα σε τουλάχιστον ισοδύναμο βαθμό για να κατορθώσουμε απλά να πλησιάσουμε τον 10% βαθμό αυτάρκειας. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει φυσικά να εφαρμόσουμε καινοτόμες και βιώσιμες προσεγγίσεις, χρησιμοποιώντας πρωτοποριακές τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας, βελτιώνοντας με αυτόν τον τρόπο την οικονομική απόδοση και λαμβάνοντας πληροφορίες που δε θα μπορούσαν να ληφθούν με τις συμβατικές μεθόδους..

[ΠΗΓΗ: https://rawmathub.gr/, 24/1/2024]