Επιλεκτικές ευαισθησίες

«Είναι ένα ερώτημα εάν εκτός από επιλεκτική οικολογική ευαισθησία ο ΣΥΡΙΖΑ πάσχει και από επιλεκτική κοινωνική ευαισθησία. Εάν στην Πτολεμαΐδα του λιγνίτη η ανεργία πονάει αλλά στις Σκουριές του χρυσού είναι τόσο ανώδυνη ώστε η ζυγαριά να γέρνει από την άλλη πλευρά εκείνη του περιβαλλοντικού αποτυπώματος..».

«Τι Αριστερά είναι αυτή όταν η Δεξιά είναι οικολογικότερη;». Το ερώτημα διατύπωνε στα τέλη του περασμένου μήνα παλαιός «πράσινος». Αλλά όχι μόνο δεν έχει απαντηθεί από τότε το ερώτημα. Επιπλέον η Αριστερά που κάνει ακόμη και τους πράσινους να απορούν για την αριστεροσύνη της, επιμένει να δίνει μια μάχη χαρακωμάτων υπέρ των λιγνιτικών μονάδων.

Είναι ακριβώς αυτή η επιμονή που επιτρέπει την έστω όχι και τόσο κομψή επαναδιατύπωση του ερωτήματος. Τι ζόρι τραβάει ο ΣΥΡΙΖΑ με τον λιγνίτη; Γιατί υπερασπίζεται έναν τρόπο παραγωγής ενέργειας που επιβαρύνει σε τέτοιο βαθμό το περιβάλλον, όταν οικολογικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων η WWF, χαιρετίζουν την απολιγνιτοποίηση που προωθεί η κυβέρνηση της οικολογικότερης Δεξιάς, όπως θα έλεγε και εκείνος ο «πράσινος»;

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια απάντηση. Δεν είναι και τόσο πράσινη – ή μάλλον είναι μαύρη. Το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων, λέει, δεν είναι και τόσο αθώο. Η κυβέρνηση επισπεύδει την απολιγνιτοποίηση επειδή εξυπηρετεί επιχειρηματικά συμφέροντα. Ετσι εξηγείται η κυβερνητική σπουδή. Αντίθετα η απολιγνιτοποίηση δεν πρέπει να είναι βίαιη.  Χρειάζεται σχέδιο και –κυρίως– χρόνος για τη μετάβαση σε άλλες πιο ήπιες μορφές παραγωγής ενέργειας. Χρόνος; Πόσος χρόνος; Χρόνια.

Είναι το σημείο όπου η μομφή στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να επιστραφεί. Εάν συνδέεται με την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων γιατί να μη συνδέεται και η συνέχιση της λειτουργίας τους; Γιατί να είναι η κυβερνητική σπουδή ύποπτη αλλά όχι και η συριζαϊκή επιμονή; Γιατί να μην έχει στηθεί ένας proxy war επιχειρηματικών συμφερόντων γύρω από τον λιγνίτη;

Αν ο λιγνίτης δηλητηριάζει το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία η μομφή ενός πολέμου δι αντιπροσώπων δηλητηριάζει την πολιτική ζωή. Δεν είναι η Αριστερά οικολογική και η Δεξιά οικολογικότερη. Είναι η μία δουλική και η άλλη δουλικότερη στα υποτιθέμενα επιχειρηματικά συμφέροντα με τον καθένα να μπορεί να χαρίσει κατά βούληση στη μία ή την άλλη τον συγκριτικό βαθμό.

Η εξήγηση που δίνει ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ γι αυτήν την επίδειξη οικολογικής αναισθησίας είναι πως το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του λιγνίτη έχει λιγότερη σημασία από το κοινωνικό κόστος. Στη συριζαϊκή ζυγαριά ο ζυγός γέρνει υπέρ του δεύτερου. Η Πτολεμαΐδα θα ερημώσει, οι ντόπιοι θα χάσουν τις δουλειές τους δεν θα μείνει ούτε ένας νέος άνθρωπος στην περιοχή.

Είναι ένα ερώτημα εάν το μοναδικό μέλλον που φαντάζονται ο ΣΥΡΙΖΑ και η Πτολεμαΐδα για τα παιδιά της Πτολεμαΐδας είναι αυτό των λιγνιτωρύχων. Και είναι ένα άλλο εάν εκτός από επιλεκτική οικολογική ευαισθησία ο ΣΥΡΙΖΑ πάσχει και από επιλεκτική κοινωνική ευαισθησία. Εάν στην Πτολεμαΐδα του λιγνίτη η ανεργία πονάει αλλά στις Σκουριές του χρυσού είναι τόσο ανώδυνη ώστε η ζυγαριά να γέρνει από την άλλη πλευρά εκείνη του περιβαλλοντικού αποτυπώματος.

Για να απαντήσει κανείς στο ερώτημα δεν έχει παρά να θυμηθεί πως πίσω από αυτές τις επιλεκτικές ευαισθησίες διακρίνεται μια καθόλου επιλεκτική ευαισθησία, αλλά αναλλοίωτη. Είναι η ευαισθησία με την οποία η Αριστερά, όχι η οικολογική αλλά η λαϊκιστική, αγκαλιάζει οτιδήποτε συστήνεται ως κοινωνικό αίτημα. Δεν ήταν η Κερατέα τότε που αντιδρούσε στη δημιουργία ενός χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων «γαλατικό χωριό»; 

Ηταν και αυτή ήταν η λαϊκιστική Αριστερά. Αυτό που μένει να φανεί τώρα δεν είναι εάν παραμένει λαϊκιστική. Αλλά εάν σε αυτό το παιχνίδι των συγκριτικών βαθμών θα εξακολουθήσει να είναι λαϊκιστικότερη από τη Δεξιά.

[ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ, του Περικλή Δημητρολόπουλου, 10/2/2020]